-Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, σχεδόν υποκλίνεται η ταμίας τού σούπερ μάρκετ, μ’
ένα χαμόγελο σκεπάρνι που σκάβει ρυτίδες.
-Γιατί μ’ ευχαριστείς; Τι βάζεις εσύ στην τσέπη απ’ αυτά που πλήρωσα; Ή
μήπως το κάνεις επειδή σε υποχρεώνει η εργοδοσία; τη ρωτά ο πελάτης, ελέγχοντας
και τα ρέστα απ’ το πεντάευρο που της είχε δώσει.
-Μα… τι είναι αυτά που λέτε! Απλά, σας ευχαριστώ επειδή ψωνίζετε από εδώ.
-Ε, και; Δικό σου είναι το συγκεκριμένο υποκατάστημα;
-Όοοοχι…. Μα να… Στα διακόσια μέτρα από εδώ υπάρχει άλλο.
-Ε, και;
-Μα… Απλό είναι κύριε. Δεν βλέπετε; Είστε ο μοναδικός πελάτης εδώ και τόση
ώρα. Αφήστε που η κρίση αναγκάζει τους περισσότερους να ψωνίζουν με το
σταγονόμετρο. Αν λοιπόν δεν επιστρατεύσουμε τρόπους να κρατήσουμε την
πλειοψηφία των πελατών εδώ, θα πάνε εκεί και τότε…
-Τότε; Τι;
-Τότε αυτό θα κλείσει και οι υπάλληλοι εδώ θα μείνουμε άνεργοι.
-Ναι, μα αν δεν πάμε οι πελάτες εκεί, τότε εκείνο θα κλείσει και θα μείνουν
εκείνοι οι υπάλληλοι άνεργοι.
-Σας παρακαλώ, αρκετά. Απαγορεύονται οι πολιτικές συζητήσεις εδώ μέσα, κλειδώνει
την ταμειακή και απομακρύνεται με τρεμάμενα
γόνατα...
(Ο συγκεκριμένος
πελάτης κοντοστάθηκε έξω απ’ την τζαμαρία νοιώθοντας ενοχές, σα να έφταιγε ο ίδιος που η κοπελιά σκεπτόταν λάθος. Σα να έφταιγε ο ίδιος για την πιθανή ανεργία που την απειλούσε. Ουσιαστικά όμως κοντοστάθηκε γιατί τη συμπονούσε, παρότι ο ίδιος ήταν άνεργος προ πολλού και χωρίς ελπίδες να ξαναβρεί μεροκάματο. Τη συμπονούσε γιατί καταλάβαινε πόσο φοβισμένη ήταν. Τρομοκρατημένη!
Τη βλέπει που επιστρέφει σχεδόν
αμέσως στο πόστο της. Της χαμογελά με κατανόηση και συνεχίζει νοερά την κουβέντα μαζί της
από ’κεί που είχε διακοπεί, σίγουρος πως κι αυτή το επιθυμούσε.)
-Συγνώμη κορίτσι μου, δεν ήθελα να βάλω σε κίνδυνο το μεροκάματό σου. Μόνο πες μου, σε παρακαλώ: Αν σ’ εκείνο το ανταγωνιστικό υποκατάστημα εργαζόταν το
παιδί σου, η μάννα σου, ο αδελφός σου…, θα έλεγες τα ίδια;
-Αν.., αν…, αν…
-Ναι, αν! Αν αυτά τα δυο μεγαθήρια με τα υποκαταστήματά τους δεν ήταν στα
χέρια δυο κηφήνων, δυο πλουτοκρατών, κι αντίθετα ήταν λαϊκή περιουσία, θ’
ανοίγατε «ψυχρό πόλεμο» ευχαριστιών και υποκλίσεων οι υπάλληλοι μεταξύ σας,
ώστε να μη μείνετε άνεργοι οι μεν και να μείνουν οι δε;;;
- Αν.., αν…, αν…
-Ναι, αν! Διότι αν όλα τα μεγαθήρια όλων των κλάδων γίνουν λαϊκή περιουσία,
αν όλος ο πλούτος εδώ που ζούμε γίνει λαϊκή περιουσία, που σημαίνει ότι ο λαός θα
έχει πάρει την εξουσία, τότε η πρώτη «λέξη» που θα σβηστεί απ’ τα λεξικά, θα
είναι η ανεργία! Κι έτσι κοπέλα μου δεν θα λυγίζεις τη μέση για να έχεις εσύ
ένα ψευτομεροκάματο, αδιαφορώντας αν πεταχτεί στην ανεργία η μάνα σου, το παιδί
σου, ο αδελφός σου, ο γείτονάς σου…
Και πάνω απ’ όλα κορίτσι μου, το χαμόγελό σου προς τον πελάτη, δε θά ’ναι
σκεπάρνι που σκάβει ρυτίδες στο προσωπάκι σου, μα χαρά που τ’ ομορφαίνει επειδή
θα εργάζεσαι-εργαζόμαστε για εμάς κι όχι για τους λωποδύτες, τους κηφήνες, τους εκμεταλλευτές τα μεγαλοαφεντικά!
-Δίκιο έχετε κύριε, μα...
-Αφού έχω δίκιο, μην τους αφήνεις να σε φοβίζουν πια! Μην τους επιτρέπεις να σ' εξαναγκάζουν σε θυσίες για να γεμίζουν τα θησαυροφυλάκιά τους. Και πάψε επιτέλους να πιστεύεις ότι δεν έχεις δύναμη. Έχεις! Όπως έχω κι εγώ. Αυτό που χρειάζεται είναι να σμίξουμε τη δύναμή μας. Να σμίξουμε τις γροθιές μας σε μια! για να κερδίσουμε αυτό το δίκιο μας. Και θά 'ναι τέτοια η ορμή μας, που τίποτα δεν θα μπορεί να την ανακόψει. Ξέρεις γιατί; Γιατί την ορμή μας την έχουμε απ' τους αιώνες... Θα βγούμε νικητές(!!!) κι ας είναι οι θυσίες μας βαριές.
(Η παραπάνω συνομιλία καταγράφεται σε τυχαία περιοχή τυχαίας «επαρχίας» τού κράτους Γη. Πρόκειται για …κλασσικό παράδειγμα τρομοκρατημένης «φυλακισμένης» σκέψης -προς το παρόν βέβαια, που οπωσδήποτε δεν περιορίζεται στο συγκεκριμένο κλάδο και κυρίως δεν χαρακτηρίζει συλλήβδην όλους τους εργαζόμενους.)
Καλή Γκέλμπεση - συγγραφέας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου